Σάββατο 24 Μαΐου 2014

7.


31 Γενάρη 1931

- Ο χρόνος  είναι δύστροπο αγόρι είπε ο Μόζι και την κοίταξε μέσα από τον καθρέφτη με το χαρακτηριστικό λοξό χαμόγελο του. Στο στενόχωρο, μικρό καμαρίνι του καμπαρέ Ελντοράντο στο Βερολίνο, μια μοναδική λάμπα αντανακλούσε το αδύναμο φως της σαν απαλό χάδι στο χλωμό, βαμμένο σαν μάσκα πρόσωπό της Γάτας.
 

- Πάντως μαζί σου, ούτε αυτός δεν τόλμησε να τα βάλει, αντιγύρισε άτονα το χαμόγελό του η Μαντλέν. Τράβηξε μια γερή δόση και του πρόσφερε την ασημένια πουδριέρα της. Ο Μόζι  έβγαλε ένα μικροσκοπικό κουταλάκι από το τσεπάκι του σμόκιν του και το βύθισε στην άσπρη σκόνη. 

- Αμφιβάλλω αν αυτή που συνταγογραφεί ο δρ Φρόιντ στην Βιέννη συγκρίνεται με τούτη εδώ την Παριζιάνα κούκλα. Της έκλεισε το μάτι πονηρά και ρούφηξε με απόλαυση. - Ώστε στην Νέα Υόρκη… Νόμιζα πως η ιδέα του Ωκεανού στοιχειώνει ακόμα τους εφιάλτες σου, κοριτσάκι…
- Αχ Μόζι, έχω παλέψει πολλούς τρόμους, πολλούς εφιάλτες, παλιούς και καινούργιους από τότε που βρεθήκαμε για τελευταία φορά.  Και δεν  είμαι  πια το κοριτσάκι που άφησες πίσω σου όταν έφυγες από το Φάκενχαμ..
Τα μάτια τους διασταυρώθηκαν σε έναν βουβό διάλογο μέσα από τον μισοσκότεινο καθρέφτη. Ο Μόζι ένοιωσε τον πόνο της φίλης του να μαζεύεται, σαν ποτάμι που φουσκώνει από ξαφνική νεροποντή. Κι όμως τα μάτια της ήταν κρύα, το στόμα της μια σκληρή βαθυκόκκινη μαχαιριά. Ακόμα και τώρα, μετά από τόσα χρόνια, τόσα χιλιόμετρα μακριά από την άχαρη παιδική τους ηλικία στα λασπωμένα ξυλόσπιτα στις φτωχογειτονιές της πατρίδας, αισθάνθηκε την γνωστή τρυφερότητα να τον πλημμυρίζει.
- Δεκτό. Εξ άλλου, ούτε κι εγώ είμαι το… «αγόρι» που έφυγε τότε από κει. Κάτω από τις μακριές ψεύτικες βλεφαρίδες, στα κατάμαυρα μάτια του άστραψε μια παιχνιδιάρικη λάμψη…
Η Γάτα ένοιωσε ξαφνικά όλον τον φόβο , την κούραση, την αγωνία των τελευταίων ημερών να υποχωρεί. Γύρισε και τον κοίταξε: Τα πλούσια καστανά μαλλιά, χωρισμένα στην μέση, άφηναν ελεύθερη την απαλή γραμμή του τέλεια αποτριχωμένου έξυπνου προσώπου του. Τα λεπτά χείλη, βαμμένα με σκούρο βυσσινί κραγιόν, έδιναν στο ευαίσθητο στόμα του που σκιαζόταν από την έντονη χαρακτηριστική μύτη της φυλής του, έναν μόνιμα ειρωνικό μορφασμό. Το μαύρο σμόκιν του έσφιγγε στη μέση, αφήνοντας στη φαντασία μια απατηλή υποψία θηλυκότητας. Μόνο στο βλέμμα, μισοκρυμμένο κάτω από τις βαριές ψεύτικες βλεφαρίδες του Μο Φρέχε – του Μο του Σκανδαλιάρη – διάσημου κονφερασιέ της Βερολινέζικης νύχτας, σ’ αυτό το γλυκό, βελουδένιο βλέμμα, αναγνώριζε πια τον Μόζι Μπέρνσταϊν, τον παιδικό της φίλο, το μικρό εύθραυστο εβραιόπουλο που αγαπούσε από τότε, με το ίδιο πάθος, τα σκληρά αγόρια και την τζαζ μουσική.

Ξανάστρεψε το βλέμμα στον φωτισμένο καθρέφτη. Σιγά-σιγά, αισθάνθηκε ένα λυτρωτικό γέλιο να ξυπνά μέσα της. Ένα ανεπαίσθητο γουργουρητό στην αρχή, που ανέβηκε και την συντάραξε ολόκληρη. Ο Μόζι παρασυρμένος από την ξαφνική ευθυμία της, ξέσπασε κι εκείνος. Όπως τότε, παιδιά, έμειναν να γελάνε ο ένας στην αγκαλιά του άλλου.

- Πρέπει να πάω, δεν έχω επιλογή. Δεν μπορώ πια να κρύβομαι στο Παρίσι. Ώρες αργότερα στο Καμπαρέ Σιλουέτ, πίνοντας παγωμένη σαμπάνια, με το βλέμμα αφηρημένο στα ομόφυλα ζευγάρια που  λικνίζονταν μεθυσμένα στο φιλικό μισόφωτο, η Μαντλέν σφράγισε την μακριά αφήγησή της.
- Όχι Μάντι. Η φωνή του Μόζι ακούστηκε σκληρή σαν γυαλόχαρτο.- Όχι αυτή τη φορά. Είχα υποσχεθεί ότι θα σε προστατεύω πάντα. Κι όμως έφυγα. Τότε δεν είχα άλλη επιλογή. Τώρα όμως έχω. Θα πάω εγώ στη Νέα Υόρκη. Θα ξεχρεώσω εγώ το χρέος σου. Κι  εσύ θα είσαι επιτέλους ελεύθερη. 

                                                                                                                                          ...Συνεχίζεται

13 σχόλια:

  1. Βρε καλώς τον Μόζι!!! Μόνο αυτός μας έλειπε τώρα! Σαν το ανέκδοτο ακούγεται : - τι είναι χειρότερο από το να είσαι γκέι, φτωχός και άσχημος? - Να είσαι γκέι, φτωχός, άσχημος και Εβραίος!!! ( μην πυροβολείτε, δεν είμαι ρατσίστρια).
    Αλλά λύστε μου μια απορία: πως βρέθηκε η Μαντλέν σο Βερολίνο? Αν δεν με απατά η μνήμη μου την αφήσαμε στο Παρίσι! Είδες το Φάκενχαμ? επειδή είναι τόσο βαρετό, όλοι θέλουν να βρεθούν όσο πιο μακριά του μπορούν. Αφού σκοτώνονται ποιός θα πρωτοπάει στην Ν. Υόρκη!
    Μ' αυτά και μ' αυτά, φταίω εγώ αν θα στείλω τον Μόζι στην Αμερική να τα φτιάξει με τον Πωλ? όχι πείτε μου, φταίω?

    ΑπάντησηΔιαγραφή
    Απαντήσεις
    1. Ανώνυμος19:22

      ΑΠΑΝΤΉΣΕΙ Σ:
      1.Να είσαι γκέι, φτωχός, άσχημος και Εβραίος στο Βερολίνο, λίγο πριν την άνοδο του γ' Ράιχ.
      2. Με το τραίνο. Πρώτη θέση φυσικά, γιατί πλήρωσε ο γκόμενος (ένας απ' όλους, ποιος δεν ξέρω, ίσως αυτός με την πουδριέρα). Νομίζω πως εκείνη την εποχή, ακόμα δεν είχαν ξεκινήσει δρομολόγια τα ΚΤΕΛ.
      3.Απ΄ότι φάνηκε σε προηγούμενα επεισόδια, η Ν.Υόρκη είναι προς ώρας, πιο επικίνδυνη από την Ευρώπη, δεν ξέρουν οι ήρωες μας ιστορία, ως φαίνεται.
      4.Σιγά μην τα φτιάξει το δικό μου το παλικάρι το ξύπνιο, με τον μουρόχαβλο που τον βλέπω να τον καβαλάει η χήρα, και να του φορτώνει και έξοδα κίνησης.

      Διαγραφή
    2. Όντως, ο Πωλ είναι πολύ ξενέρωτος για τον Μοσέ. Κάτι αχνοφαίνεται΄όμως από τον Νότο...

      Διαγραφή
    3. Ανώνυμος08:40

      Ποίον Νότο? Τον Ιταλικό? Θα έχουμε Σικελικό Εσπερινό, με τρελλή μαφιόζα αδελφή? Ε,ρε ξεσαλώματα....

      Διαγραφή
  2. Τώρα που το σκέφτηκα θα στείλω και την Μαντλέν μαζί να τα φτιάξει με την Λίμπυ. Εδώ βγάλαμε την Κοντσίτα πρώτη στην Γιουροβίζιον, δεν μπορούμε να γράψουμε ένα γκέι μυθιστόρημα???

    ΑπάντησηΔιαγραφή
    Απαντήσεις
    1. Ανώνυμος20:50

      1.Αν προσέξεις την τελευταία φώτο, το κορίτσι μας το πάει το γράμμα.....
      2.Ο Μόζι, στιλιστικά, της ρίχνει της Κοντσίτα στ' αυτιά. Μη μου συγκρίνεις τον δανδή με την Βανδή....
      3.Και γκέι και νουάρ? Πάμε για μπεστ σέλερ!!!!

      Διαγραφή
  3. Α και μία ερώτηση στο Πον Τίκι : θα εξερευνήσουμε και άλλα ναρκωτικά κατά την διάρκεια της σεμνής αυτής συγγραφικής προσπάθειας? Μήπως προσπαθείς να μας πείς κάτι?

    ΑπάντησηΔιαγραφή
    Απαντήσεις
    1. Ανώνυμος20:53

      ΑΠΆΝΤΗΣΗ:
      Δεν φταίω εγώ, η εποχή το 'χει. Και χωρίς τον γνωστό Γιωργάκη...
      Υ.Γ. Τον ποιόν?

      Διαγραφή
  4. Σημερα το πρωι μεσα σ΄αυτη την μουνταδα και τη συννεφια, που με ποτισε γκριζο λιγο λιγο στις ακρες - που ειμαι κομματι τσαλακωμενος - και καθως επινα τον πικρο καφε μου σκεφτομουν να στειλω μια φυλη εξωγηινων νεκροφυλων ζομπι ντυμενων κλοουν να εισβαλει και να ρημαξει το Παρισι , το Βερολινο , τη Νιου Γιορκ και το μεσοπολεμο...

    ΑπάντησηΔιαγραφή
    Απαντήσεις
    1. Άργησες...ρημαχτήκανε ήδη. Οι άνθρωποι δεν χρειάζονται καμία βοήθεια στο έργο της καταστροφής. Τα καταφέρνουν περίφημα και μόνοι τους.
      Φτού ! με κόλλησες εκείνη την μουντάδα, την συννεφιά και την τσαλακωμάρα που έλεγες.....

      Διαγραφή
    2. Ανώνυμος09:14

      Ναι, βιάστηκα λίγο στην παραπάνω απάντηση στον ποντικόφτερο. Εδώ είναι τα ξεσαλώματα...

      Διαγραφή
  5. Ανώνυμος20:29

    ¿Qué, qué? ¿Qué pasa Eminencia Papa?????

    ΑπάντησηΔιαγραφή